ψυχοκοινωνιολογία

ψυχοκοινωνιολογία
η психосоциология

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Смотреть что такое "ψυχοκοινωνιολογία" в других словарях:

  • ψυχοκοινωνιολογία — η, Ν 1. η κοινωνική ψυχολογία 2. η μελέτη τού κλάδου αυτού. [ΕΤΥΜΟΛ. < ψυχή + κοινωνιολογία. Η λ. είναι αντιδάνεια, πρβλ. γαλλ. psychosociologie] …   Dictionary of Greek

  • ψυχοκοινωνιολογία — η κλάδος της ανθρωπολογίας που εξετάζει τις ψυχολογικές εκδηλώσεις του ανθρώπου στις διάφορες περιόδους του ομαδικού του βίου …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»